Ας μη ρίχνουμε νερό στον «Μύλο» της Έριδος
Από την πρώτη στιγμή που αναζωπυρώθηκε το ζήτημα της ονομασίας του κράτους των Σκοπίων είχα την αίσθηση ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την επίλυσή του. Μόνο το γεγονός ότι προέκυψε μια πιο διαλλακτική κυβέρνηση στη γείτονα χώρα, δεν αποτελούσε ικανή συνθήκη, ώστε να καμφθούν οι εύλογες ανησυχίες των Ελλήνων, που προκλήθηκαν από τη συστηματική παραχάραξη της ιστορικής αλήθειας κατά τις προηγούμενες δεκαετίες από την άλλη πλευρά, και την προσπάθεια καλλιέργειας μακεδονικής συνείδησης στους πολίτες της FYROM. Πολλώ μάλλον, όταν το εγχείρημα για τον σφετερισμό της πολιτιστικής μας κληρονομιάς έχει εμποτίσει το θεσμικό πλαίσιο του νεαρού κράτους, ακόμα και το Σύνταγμά του.
Με αυτές τις συνθήκες και παρά την αμοιβαία ή και την ευρύτερη επιθυμία για τη δημιουργία περιβάλλοντος σταθερότητας στη δυτική βαλκανική, η έκφραση καλών προθέσεων από τις ηγεσίες των δύο κρατών δεν δημιουργεί τα εχέγγυα για την εξεύρεση μίας κοινά αποδεκτής και βιώσιμης λύσης. Εξάλλου, θεωρώ ότι η όλη διαπραγματευτική προσέγγιση δυναμιτίζεται όταν ξεκινάει από το ζήτημα του ονόματος. Θα πρέπει να προηγηθούν ουσιαστικές πρωτοβουλίες «καλής γειτονίας», ώστε να εμπεδωθεί κλίμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δύο πλευρές. Με τα σημερινά δεδομένα, εκτιμώ ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση και αν ακόμα εκβιαστεί μία τέτοια, θα είναι εύθραυστη και τελικά δεν θα υπηρετήσει τους επιδιωκόμενους στόχους της ασφάλειας και της σταθερότητας στην περιοχή. Εξάλλου, όταν ένα μείζον εθνικό ζήτημα τίθεται με αυτόν τον πρόχειρο και πιεστικό τρόπο σε διαπραγμάτευση, η αρνητική κατάληξη αυτής είναι τόσο προδιαγεγραμμένη, ώστε να προκαλεί εύλογο προβληματισμό το κλίμα αισιοδοξίας που τη συνοδεύει.
Υπό το παραπάνω πρίσμα, θεωρώ ότι η άκαιρη αυτή συζήτηση λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και διχαστικά για την ελληνική κοινωνία, «βούτυρο στο ψωμί» για μια κυβέρνηση η οποία συστηματικά εκπαιδεύει το λαό σε μικρά και μεγάλα διλήμματα. Μάλιστα, αν «διαβάζω» σωστά την κυβερνητική τακτική, δεν την ενδιαφέρουν απαραίτητα οι πλειοψηφίες στην κάθε αντιπαράθεση ͘ της αρκούν και οι μειοψηφίες. Ούτε η εναλλαγή στους ρόλους την ενοχλούν (προδότες και προδομένοι, βολεμένοι και αδικημένοι, ομοφυλόφιλοι και ετεροφυλόφιλοι, πλούσιοι και φτωχοί κλπ) ͘ όταν βάζεις εσύ το ερώτημα, μπορείς κάθε φορά να προσεταιριστείς το ακροατήριο που θέλεις να γαλουχήσεις.
Το ανομοιογενές κυβερνητικό σχήμα αναζητά συνθήκες συσπείρωσης και συνοχής στο δίπολο «εμείς και οι άλλοι». Δεν έχει τόσο σημασία ποιοι ή πόσοι είναι αυτοί που κάθε φορά περιχαρακώνονται στη μία ή την άλλη άποψη. Αρκεί που βρίσκουν ένα λόγο να αποστασιοποιηθούν ψυχολογικά, συναισθηματικά ή ιδεολογικά από τον πολιτικό αντίπαλο. Ο διχασμός της κοινωνίας έχει γίνει υπαρξιακή ανάγκη για τη συγκυβέρνηση, και όσοι προσχωρούν στα ψευδοδιλήμματά της, ρίχνουν νερό στον «Μύλο» της Έριδος.
Δυστυχώς, για ακόμα μία φορά, ο κυβερνητικός συνασπισμός αποδεικνύεται κατώτερος των περιστάσεων, αφού δεν επιδίωξε την εθνική συνεννόηση ούτε στο ευαίσθητο αυτό ζήτημα αλλά επέλεξε να καιροσκοπήσει πολιτικά, αδιαφορώντας αν με τον τρόπο αυτό προσθέτει μία ακόμα αποτυχημένη διαπραγμάτευση -στον ήδη μακρύ κατάλογο- και κληρονομεί στη χώρα τα ολέθρια αποτελέσματά τους.