Υποχώρησε κατά 0,11% η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου
Υποχώρηση των αποδόσεων των ομολόγων της Ευρωζώνης, μεταξύ αυτών και της Ελλάδας, καταγράφηκε σήμερα, Παρασκευή, καθώς οι επενδυτές έχουν στραφεί στην ασφάλεια των κρατικών τίτλων μετά τα στοιχεία για την οικονομία της Ευρωζώνης.
Στη δευτερογενή αγορά ομολόγων σήμερα και πιο συγκεκριμένα στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών (ΗΔΑΤ) της Τραπέζης της Ελλάδος καταγράφηκαν 177 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα 137 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε εντολές αγοράς.
Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου υποχώρησε στο 3,64% από 3,75% που έκλεισε χθες, έναντι 2,34% του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου, με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 1,30%.
Στην αγορά συναλλάγματος πτωτικά κινείται το ευρώ έναντι του δολαρίου με αποτέλεσμα το απόγευμα το ευρωπαϊκό νόμισμα να διαπραγματεύεται στα 1,0893 δολ. από το επίπεδο των 1,0897 δολ, που άνοιξε η αγορά.
Οι πρόδρομοι δείκτες PMI
Οι λεγόμενοι πρόδρομοι δείκτες (ΡΜΙ) στη Γαλλία, η οποία πλήττεται από τις απεργίες, αλλά και στη Γερμανία έδειξαν ότι τον Ιούνιο η αναπτυξιακή δυναμική ανακόπτεται.
Είναι ενδεικτικό ότι η καμπύλη των επιτοκίων στη Γερμανία είναι ήδη ανεστραμμένη, καθώς οι αποδόσεις των βραχυχρονίων ομολόγων είναι υψηλότερες από αυτές των μακροχρονίων, εξέλιξη η οποία συνήθως αποτελεί τον «προάγγελο» της ύφεσης. Συγκεκριμένα η απόδοση του 2ετούς ομολόγου είναι στο 3,14% έναντι 2,33% που είναι του 10ετούς ομολόγου.
Η S&P προειδοποίησε ότι έχουν αυξηθεί οι πιθανότητες να συνεχισθεί η ήπια ύφεση της οικονομίας της Ευρωζώνης -το ΑΕΠ της μειώθηκε 0,1% στο α’ τρίμηνο του 2023 όπως και στο δ’ τρίμηνο του 2022 – στο β’ τρίμηνο.
Ταυτόχρονα η ΕΚΤ εμφανίζεται αποφασισμένη να προχωρήσει σε ακόμη μία αύξηση των επιτοκίων της τον Ιούλιο.
Μάλιστα ο Ισπανός κεντρικός τραπεζίτης Πάμπλο Ερνάντες ντε Κος ανέφερε απερίφραστα ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει τον Ιούλιο σε νέα αύξηση των βασικών της επιτοκίων με στόχο την καταπολέμηση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη.
Υπενθυμίζεται πως από το καλοκαίρι του 2022 η ΕΚΤ έχει προχωρήσει σε 8 διαδοχικές αυξήσεις των κύριων επιτοκίων της, έχοντας φέρει το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης στο 4%.