Ράλι στην Κωνσταντινούπολη για... χάρη του Κιλιτσντάρογλου
Ισχυρά κέρδη για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα παρουσιάζουν οι μετοχές των τραπεζών στο Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης, καθώς οι επενδυτές ποντάρουν σε πιθανή νίκη της αντιπολίτευσης στις προεδρικές εκλογές της Κυριακής.
Ο τραπεζικός δείκτης, ενδεικτικά, αναρριχάται κατά 6,5% σήμερα, Τρίτη, φέρνοντας στο +14% τα κέρδη από τις αρχές της εβδομάδας. Μάλιστα, πρόκειται για τη μεγαλύτερη διήμερη άνοδο από τις 17 Οκτωβρίου του 2022.
Η μετοχή της Turkiye Is Bankasi AS «φιγουράρει» στην κορυφή του αγοραστικού ενδιαφέροντος, μετρώντας κέρδη άνω του 18% τις τελευταίες δύο συνεδριάσεις.
Ο Γενικός Δείκτης BIST 100, δε, εμφανίζει αύξηση της τάξης του 5% στο διήμερο, κεφαλαιώνοντας το επενδυτικό ενδιαφέρον στον τραπεζικό τομέα.
«Οι επενδυτές περιμένουν μια επικράτηση του υποψήφιου της αντιπολίτευσης, ο οποίος έχει δεσμευτεί για την επιστροφή της Τουρκίας στην ορθόδοξη νομισματική πολιτική» εξηγεί ο Γκόκχαν Ουσκάι, αναλυτής της Allbatross Portfoy. «Αυτή η προοπτική δίνει ώθηση στον κλάδο των τραπεζών και στις εταιρείες συμμετοχών» συμπληρώνει, μιλώντας στο Bloomberg.
Οι Τούρκοι καλούνται την Κυριακή να προσέλθουν στις κάλπες, προκειμένου να εκλέξουν τον νέο πρόεδρο αλλά και τους νέους βουλευτές της χώρας.
Η 20ετής κυριαρχία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κινδυνεύει περισσότερο από ποτέ, καθώς ο κοινός υποψήφιος της αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, διατηρεί σταθερό προβάδισμα στις περισσότερες δημοσκοπήσεις.
Ένα από τα βασικά ζητούμενα της προεκλογικής ατζέντας συνίσταται στην ανορθόδοξη οικονομική πολιτική του Ερντογάν αλλά και στις παρεμβάσεις του ίδιου στη νομισματική πολιτική της κεντρικής τράπεζας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τουρκία, σ’ αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες, έχει επιλέξει να προβεί σε χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής (δηλαδή μείωση των επιτοκίων), παρά τον ιστορικά υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος είχε ξεπεράσει ακόμη και το 80%.
Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, αυτές οι αμφισβητούμενες και αμφιλεγόμενες κινήσεις έχουν οδηγήσει πολλούς επενδυτές στην πόρτα της εξόδου από την Τουρκία, με αποτέλεσμα το «μάρμαρο» να το πληρώνει η εγχώρια οικονομία.