Η Morgan Stanley βλέπει «βουτιά» του S&P 500 στις 3.000 μονάδες
Καθώς η Wall Street ετοιμάζεται για τη χειρότερη χρονιά της από την κρίση του 2008, η Morgan Stanley προειδοποιεί ότι το ίδιο αναμένεται να συμβεί και με την κερδοφορία των επιχειρήσεων.
«Η συρρίκνωση στα εταιρικά μεγέθη θα μπορούσε να είναι όμοια του 2008 – 2009» τονίζει η αμερικανική επενδυτική τράπεζα. «Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει μια νέα πτώση στις μετοχές, σαφώς χειρότερη με ό,τι περιμένουν οι περισσότεροι επενδυτές».
Το βασικό πρόβλημα, όπως σπεύδει να αποσαφηνίσει δεν είναι πλέον ο πληθωρισμός, ο οποίος έχει ήδη αρχίσει να υποχωρεί από τα ιστορικά υψηλά, αλλά τα πρόσφατα σημάδια εξασθένησης της αμερικανικής οικονομίας.
Κι αυτό, αναμφίβολα, οφείλεται στην επιλογή της κεντρικής τράπεζας να «σφίξει» τα λουριά και να αυξήσει σημαντικά τα επιτόκια (σήμερα βρίσκονται στο 4,25% – 4,5%), σε μια προσπάθεια αναχαίτισης του επίμονου κύματος ανατιμήσεων.
Ας μην ξεχνάμε ότι, παρά το ράλι του Οκτωβρίου-Νοεμβρίου, ο Dow Jones εξακολουθεί να μετράει απώλειες της τάξης του 10% μέσα στο 2022, με την κάμψη για τον τεχνολογικό δείκτη Nasdaq να προσεγγίζει το 32%. O S&P 500, από την πλευρά του, κυμαίνεται στο όριο του -20%.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, η Morgan Stanley υιοθετεί μια δυσοίωνη προσέγγιση για τις εκτιμήσεις του 2023, προβλέποντας ότι τα εταιρικά αποτελέσματα θα διαμορφωθούν κατά μέσο όρο στα 180 δολάρια ανά μετοχή έναντι των προσδοκιών για 231 δολάρια ανά μετοχή.
Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο S&P 500 θα «βουλιάξει» έως τις 3.000 μονάδες μέσα στο επόμενο έτος, κάτι που υποδηλώνει μια βουτιά της τάξης του 22% σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα (3.852 μονάδες).
Πάντως, η επενδυτική τράπεζα δεν θεωρεί ότι η καθίζηση θα οδηγήσει σε μια συστημική απομείωση των αξιών στην αγορά των ακινήτων, όπως είχε λάβει χώρα το 2008.