Moody's: Ισχυρές οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας
Οι αναπτυξιακές προοπτικές αναμένεται να βελτιωθούν αισθητά από το 2022 και έπειτα, καθώς θα έχουμε τον αντίκτυπο από την αυξανόμενη απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, τονίζει ο οίκος
Μετά την αναπάντεχη αναβάθμιση της S&P, η Μoody’s δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας με φόντο το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης, η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με μέτριους ρυθμούς της τάξης του 3,6% φέτος, μετά την ύφεση του 8,2% το 2020. «Ωστόσο οι αναπτυξιακές προοπτικές αναμένεται να βελτιωθούν αισθητά από το 2022 και έπειτα, καθώς θα έχουμε τον αντίκτυπο από την αυξανόμενη απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε.», σημειώνει στην έκθεσή του.
Επικαλείται δε την εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδας ότι η χρήση των κοινοτικών πόρων θα προσθέσει στο πραγματικό ΑΕΠ 7% έως την τελευταία περίοδο εκταμιεύσεων το 2026.
Ο οίκος αποδίδει τα εύσημα για το γεγονός ότι έχει ήδη αρχίσει η δουλειά για την αντιμετώπιση των εμποδίων πίσω από το επενδυτικό κενό που δοκιμάζει την ελληνική οικονομία επί χρόνια.
O Μoody’s υπενθυμίζει ότι σε σχετικούς όρους, η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος ωφελούμενος της χρηματοδότησης από το Ταμείο Ανάκαμψης. Θα λάβει συνολικά 30,9 δισ. ευρώ (16,8% του ΑΕΠ του 2019), σχεδόν το 60% των οποίων θα έχει τη μορφή επιχορηγήσεων. Σχεδόν το ήμισυ των επιχορηγήσεων θα κατευθυνθεί προς την προώθηση της πράσινης ανάπτυξης και της ψηφιακής τεχνολογίας, ενώ το υπόλοιπο θα αντιμετωπίσει άλλους στόχους, όπως η στήριξη της απασχόλησης, των προγραμμάτων κατάρτισης και της καινοτομίας, η μεταρρύθμιση του τουμέα Υγείας και η βελτίωση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών. Το σχέδιο στοχεύει επίσης στην κινητοποίηση επιπλέον 25,6 δισ. ευρώ πόρων από τον ιδιωτικό τομέα.
Πολλά βέβαια θα εξαρτηθούν από την ικανότητα της Ελλάδας να απορροφήσει αυτούς τους πόρους εγκαίρως και να τους διαθέσει αποτελεσματικά, προειδοποιούν οι αναλυτές του οίκου.
Οι προοπτικές των δημοσιονομικών
Η ισχυρότερη ανάπτυξη θα είναι καθοριστικής σημασίας για τη βελτίωση της δημοσιονομικής δυναμικής της Ελλάδας και τη μείωση του επιπέδου του χρέους, το οποίο στο 205,6% του ΑΕΠ το 2020.
Ο οίκος υπολογίζει ότι το δημόσιο χρέος θα παραμείνει πάνω από το 200% του ΑΕΠ έως το τέλος του τρέχοντος έτους και θα μειωθεί μόνο σταδιακά στη συνέχεια, γεγονός που εν μέρει αντικατοπτρίζει την πολύ μεγάλη περίοδο αποπληρωμών που έχει το προφίλ του.
Έτσι, οι κίνδυνοι που συνδέονται με το υψηλό χρέος της Ελλάδας (μεταβλητότητα επιτοκίων και κίνδυνοι αναχρηματοδότησης) μετριάζονται από την ευνοϊκή δομή χρέους, τα χαμηλά επιτόκια και τη μεγάλη μέση διάρκεια ωρίμανσης, όπως τονίζει η Moody’s.
H βιωσιμότητα του χρέους, όπως μετράται από τις πληρωμές τόκων στα κρατικά έσοδα, θα συνεχίσει επίσης να βελτιώνεται, υποστηριζόμενη από τους πολύ ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης και τη συμμετοχή της χώρας στο PEPP της ΕΚΤ, η οποία έως τα τέλη Μαρτίου είχε αγοράσει 21,9 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα, περισσότερο από το ένα τρίτο της αξίας των ελληνικών ομολόγων σε κυκλοφορία, καταλήγει ο οίκος.