ΕΚΤ: Θα δράσουμε ξανά, αν αυξηθούν τα yields
«Οι κίνδυνοι από την πρόωρη απόσυρση των πολιτικών είναι μεγαλύτεροι από τους κινδύνους που συνδέονται με τη διατήρηση των μέτρων στήριξης», σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της Τράπεζας, Ντε Γκίντος
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αναλάβει δράση σε κάθε περίπτωση «επιβλαβούς» αύξησης του κόστους δανεισμού και θεωρεί ότι η απόσυρση της στήριξης πολύ νωρίς αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο από το να αποσυρθεί πολύ αργά, δήλωσε σήμερα ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Λουίς ντε Γκίντος.
Καθώς το κόστος δανεισμού αυξήθηκε τον περασμένο μήνα, η ΕΚΤ αύξησε τις αγορές ομολόγων για να κρατήσει σε χαμηλά επίπεδα τις αποδόσεις των ομολόγων, αλλά ορισμένοι αξιωματούχοι της συζητούν τώρα μία μείωση των αγορών ομολόγων, μόλις η πανδημία τεθεί υπό έλεγχο στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
«Επί του παρόντος, οι κίνδυνοι από την πρόωρη απόσυρση των πολιτικών είναι μεγαλύτεροι από τους κινδύνους που συνδέονται με τη διατήρηση των μέτρων στήριξης», είπε ο Ντε Γκίντος κατά την ακρόασή του ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Πολλοί αξιωματούχοι, περιλαμβανομένης της επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, έχουν εκφράσει ικανοποίηση για την αντίδραση της αγοράς στην απόφαση της τράπεζας τον Μάρτιο για σημαντική αύξηση των αγορών ομολόγων.Ο Ντε Γκίντος τόνισε ότι η ΕΚΤ θα δράσει ξανά, αν οι αγορές δεν στοιχηθούν με τις εξελίξεις στην πραγματική οικονομία.
«Παρακολουθούμε συνεχώς τις ευνοϊκές χρηματοδοτικές συνθήκες και αυτό θα είναι ο οδηγός μας βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεμα και αν παρατηρήσουμε… ότι υπάρχει επιβλαβής σύσφιξη των χρηματοδοτικών συνθηκών, θα αντιδράσουμε. Αυτό εντάσσεται στη δέσμευσή μας για τον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, έως ότου τελειώσει η πανδημία», σημείωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ.
Αν και ο ίδιος τόνισε ότι έχει κρίσιμη σημασία η έγκαιρη έγκριση του δημοσιονομικού πακέτου των 750 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, υποβάθμισε τις ανησυχίες για μία ενδεχόμενη καθυστέρηση, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί διαρθρωτικό μέσο που αποσκοπεί στην αύξηση του μακροπρόθεσμου δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης.