Ξέπλυμα-ύποπτες συναλλαγές άνω των 2 τρισ. δολ. από μεγάλες τράπεζες
Καταιγιστικά είναι τα νέα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ), καθώς αποδεικνύουν πως ισχυροί χρηματοπιστωτικοί όμιλοι, όπως η JPMorgan, η Deutsche Bank και η HSBC, όχι μόνον δεν συμμορφώθηκαν μετά την επιβολή χρηματικών προστίμων από τις ΗΠΑ, αλλά συνέχισαν να μετακινούν υπέρογκα χρηματικά ποσά, η προέλευση των οποίων ήταν αμφιλεγόμενη, διευκολύνοντας ουσιαστικά το ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Σύμφωνα με πρόσφατα έγγραφα που διέρρευσαν από το δίκτυο πάταξης χρηματοοικονομικού εγκλήματος FinCEΝ, που λειτουργεί υπό την αιγίδα του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, ύποπτες συναλλαγές άνω των 2 τρισ. δολαρίων συνδέονται με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος ή και άλλων εγκληματικών ενεργειών. Οι συγκεκριμένοι φάκελοι FinCEN στηρίζονται σε έρευνες των τμημάτων συμμόρφωσης των ιδίων των τραπεζών από το 1999 μέχρι το 2017.
Όπως προκύπτει από τη μελέτη 2.100 ύποπτων συναλλαγών που πραγματοποίησε η BuzzFeed News με την ICIJ, οι JPMorgan, HSBC, Standard Chartered Bank, Deutsche Bank και New York Mellon συνέχισαν να επωφελούνται από την παροχή των υπηρεσιών τους σε ισχυρούς και επικίνδυνους παράγοντες, παρά τα πρόστιμα που είχε επιβάλει το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης και άλλες αρχές ανά τον κόσμο σε προηγούμενες υποθέσεις για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Μόνον η Deutsche Bank φέρεται υπεύθυνη για ύποπτες συναλλαγές 1,7 τρισ. δολαρίων και η JPMorgan 514 δισ. δολαρίων. Για να μελετηθεί ένας τεράστιος όγκος στοιχείων, η ICIJ συγκέντρωσε ομάδα 400 δημοσιογράφων από 88 χώρες. Αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι οι ύποπτες συναλλαγές των 2 τρισ. δολαρίων που εντοπίστηκαν δεν είναι παρά το ένα μικρό κομμάτι του παγκόσμιου οικονομικού εγκλήματος που φιλτράρεται μέσα από τραπεζικά κανάλια. Αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 0,02% των 12 εκατομμυρίων ύποπτων συναλλαγών που αναφέρθηκαν από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην FinCEN την περίοδο 2011-2017.
Στο αναλυτικό δημοσίευμα της ICIJ τονίζεται πως η JPMorgan, η μεγαλύτερη τράπεζα στις ΗΠΑ, μετακινούσε κεφάλαια εκ μέρους ατόμων και εταιρειών που συνδέονταν με την υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος στη Μαλαισία, τη Βενεζουέλα και την Ουκρανία. Πάνω από ένα δισ. δολάρια κινήθηκαν μέσα από το τραπεζικό δίκτυο της JPMorgan προς όφελος δραπέτη που είχε εμπλακεί στο οικονομικό σκάνδαλο του 1MDB, του επενδυτικού ταμείου της Μαλαισίας που εξαφάνισε δισεκατομμύρια δολάρια δημοσίου χρήματος. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, η JPMorgan πραγματοποίησε συναλλαγές άνω των 50 εκατ. δολαρίων για τον Πωλ Μάναφορντ, πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, το 2016. H τράπεζα συνέχισε να του παρέχει τις υπηρεσίες της ένα 14μήνο, αφού αυτός παραιτήθηκε από την προεκλογική εκστρατεία του Αμερικανού προέδρου, διότι είχε κατηγορηθεί για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και διαφθορά στην υπόθεση εμπλοκής του με το φιλορωσικό κόμμα του Βίκτορ Γιανουκόβιτς στην Ουκρανία. Αυτό το επίμαχο 14μηνο, οι συναλλαγές της JPMorgan για τον Μαναφόρντ διαμορφώθηκαν στα 6,9 εκατ. δολάρια. Σήμερα ο ίδιος υπηρετεί το υπόλοιπο της επταετούς ποινής φυλάκισης σε κατ' οίκον περιορισμό λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Καταδικάστηκε για συνομωσία, φορολογική και τραπεζική απάτη.
Η διαρροή αυτών των εγγράφων φέρει ένα ακόμη πλήγμα για την αξιοπιστία του τραπεζικού κλάδου, δεδομένου ότι οι όμιλοι αυτοί είχαν ήδη καταλήξει σε συμβιβαστικές λύσεις για παρόμοιες υποθέσεις προ ολίγων ετών. Η JPMorgan, παραδείγματος χάριν, είχε πληρώσει πρόστιμο 1,7 δισ. δολαρίων το 2014 για τους ανεπαρκείς ελέγχους της τράπεζας που επέτρεπαν στον διαβόητο απατεώνα Μπέρναρντ Μάντοφ να υποκινεί μια επενδυτική απάτη 50 δισ. δολαρίων επί σειρά ετών. Το 2017, οι ελβετικές αρχές εποπτείας είχαν αποφανθεί πως η JPMorgan είχε παραβιάσει τους κανόνες για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος στην υπόθεση υπεξαίρεσης κρατικών κεφαλαίων από το επενδυτικό ταμείο της Μαλαισίας 1MDB. Τότε μάλιστα εκπρόσωπος της αμερικανικής τράπεζας είχε δηλώσει πως «οι ελβετικές αρχές αναφέρονται σε θέματα που έλαβαν χώρα πολλά χρόνια πριν. Έκτοτε έχουμε αυξήσει το προσωπικό μας και έχουμε βελτιώσει την παρακολούθηση και την εποπτεία» των συναλλαγών μας» είπε.
Στην εξίσωση των τραπεζικών ομίλων που έχουν αποτύχει στην καταπολέμηση του ξεπλύματος μαύρου χρήματος περιλαμβάνεται η HSBC. Το 2012 είχε καταλήξει σε συμβιβαστική λύση με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, αφού είχε αποδειχθεί πως είχε ξεπλύνει τουλάχιστον 881 εκατ. δολάρια από καρτέλ ναρκωτικών της Λατινικής Αμερικής. Δεν είχαν ασκηθεί ποινικές διώξεις, αλλά το ενδεχόμενο αυτό παρέμενε ανοικτό για την επόμενη πενταετία, εάν ανακαλύπτονταν πως η ΗSBC συνέχιζε να ξεπλύνει μαύρο χρήματα. Τότε είχε πληρώσει μόνο χρηματικό πρόστιμο 1,9 δισ. δολαρίων. Όμως, οι φάκελοι της FinCEN δείχνουν πως την επίμαχη πενταετία εξακολουθούσε να μετακινεί ύποπτα κεφάλαια μέσα από το τραπεζικό της δίκτυο. Η HSBC απέφυγε να αναφερθεί σε συγκεκριμένες περιπτώσεις πελατών της, τονίζοντας πως οι πληροφορίες της ICIJ αφορούν στο παρελθόν. Η JPMorgan αρνήθηκε να σχολιάσει πελάτες ή συναλλαγές λόγω νομοθεσίας.
Εν τούτοις, οι αναφορές για ύποπτες συναλλαγές από τα τμήματα εσωτερικών ελέγχων των τράπεζων αποδεικνύουν πως θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για τη συμμόρφωση των τραπεζών. «Έχοντας αποτύχει πλήρως στην καταπολέμηση της διαφθοράς μεγάλης κλίμακας, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν εγκαταλείψει τον ρόλο τους ως υπερασπιστές κατά του ξεπλύματος μαύρου χρήματος στην πρώτη γραμμή» σχολίασε ο Πωλ Πελετιέ, πρώην αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης.