Ακόμα πιο κάτω οι προβλέψεις της Κομισιόν για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης
Σε νέα υποβάθμιση των προβλέψεων για την πορεία της οικονομίας της Ευρωζώνης προχώρησε την Πέμπτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δημοσιεύοντας τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν για το ΑΕΠ των χωρών του ευρώ και υπογραμμίζοντας τις προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπη η ευρωπαϊκή οικονομία.
Ειδικότερα, η Κομισιόν υποβαθμίζει την πρόβλεψή της για τις 19 χώρες του ευρώ στο 1,1% φέτος από 1,2% που «έβλεπε» τον Ιούλιο, και στο 1,2% το 2020 και το 2021, από 1,4% προηγουμένως.
Για τη Γερμανία, η ΕΕ αναμένεται ανάπτυξη του ΑΕΠ με ρυθμό 0,4% το 2019 (από 0,5% προηγουμένως) και για το 2020 με ρυθμό 1% (από 1,4%).
Για την Ιταλία, αναμένεται ανάπτυξη του ΑΕΠ με ρυθμό 0,1% για το 2019 (ίδια με την προηγούμενη εκτίμηση) και για το 2020 με ρυθμό 0,4% (από 0,7% προηγουμένως).
Αναλυτικά η έκθεση:
Συγκρατημένος ο πληθωρισμός
Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ παρουσιάζει μέχρι στιγμής επιβράδυνση κατά το τρέχον έτος αφενός λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας, και αφετέρου διότι οι επιχειρήσεις επέλεξαν εν γένει να απορροφήσουν το κόστος των υψηλότερων μισθών στα κέρδη τους και να μην το μετακυλίσουν στους πελάτες.
Οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να παραμείνουν ήπιες την επόμενη διετία. Ο πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ (εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή) προβλέπεται να ανέλθει σε 1,2 % κατά το τρέχον και το επόμενο έτος και στη συνέχεια να αυξηθεί σε 1,3 % το 2021. Για την ΕΕ, ο πληθωρισμός προβλέπεται να ανέλθει σε 1,5 % κατά το τρέχον και το επόμενο έτος και στη συνέχεια να αυξηθεί στο 1,7 % το 2021.
Για το δημόσιο χρέος
Τα δημόσια οικονομικά της Ευρώπης αναμένεται να συνεχίσουν να επηρεάζονται θετικά από τα πολύ χαμηλά επιτόκια που βαρύνουν το ανεξόφλητο χρέος. Παρά τη χαμηλότερη αύξηση του ΑΕΠ, ο δείκτης του συνολικού δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική του πορεία για πέμπτο κατά σειρά έτος και να διαμορφωθεί σε 86,4 % το τρέχον έτος, 85,1 % το 2020 και 84,1 % το 2021. Οι ίδιοι παράγοντες ισχύουν και για την ΕΕ, όπου ο δείκτης του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σε 80,6 % το τρέχον έτος, 79,4 % το 2020 και 78,4 % το 2021.
Αντίθετα, τα ισοζύγια των εθνικών λογαριασμών αναμένεται να παρουσιάσουν μικρή επιδείνωση λόγω του αντίκτυπου της χαμηλότερης ανάπτυξης και των κάπως χαλαρότερων δημοσιονομικών πολιτικών που εφαρμόζονται κατά διακριτική ευχέρεια σε ορισμένα κράτη μέλη. Το συνολικό έλλειμμα της ζώνης του ευρώ προβλέπεται να αυξηθεί από το ιστορικό χαμηλό του 0,5 % του ΑΕΠ το 2018 σε 0,8 % κατά το τρέχον έτος, 0,9 % το 2020 και 1,0 % το 2021, με την παραδοχή αμετάβλητων πολιτικών. Ωστόσο, ο συνολικός δημοσιονομικός προσανατολισμός της ζώνης του ευρώ, δηλαδή η συνολική μεταβολή του διαρθρωτικού δημοσιονομικού ισοζυγίου των 19 κρατών μελών της ζώνης του ευρώ, αναμένεται να παραμείνει σε γενικές γραμμές ουδέτερος. Το συνολικό έλλειμμα της ΕΕ αναμένεται επίσης να αυξηθεί από 0,7 % του ΑΕΠ το 2018 σε 0,9 % το τρέχον έτος, 1,1 % το 2020 και 1,2 % το 2021.
Κίνδυνοι κυρίως για δυσμενέστερη εξέλιξη των προοπτικών
Ορισμένοι κίνδυνοι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε χαμηλότερη ανάπτυξη σε σχέση με τις προβλέψεις. Η περαιτέρω αύξηση της αβεβαιότητας ή η επιδείνωση των εμπορικών και των γεωπολιτικών εντάσεων θα μπορούσε να περιορίσει την ανάπτυξη, όπως και μια εντονότερη από την αναμενόμενη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στην Κίνα λόγω των ασθενέστερων επιπτώσεων από τα μέτρα πολιτικής που έχουν τεθεί σε εφαρμογή μέχρι σήμερα. Στα καθ' ημάς, οι κίνδυνοι περιλαμβάνουν ένα άτακτο Brexit και το ενδεχόμενο οι αδυναμίες του τομέα της μεταποίησης να έχουν σοβαρότερες δευτερογενείς επιπτώσεις στους τομείς εγχώριου προσανατολισμού.
Σε ό, τι αφορά το ενδεχόμενο ευνοϊκότερης εξέλιξης των προοπτικών, η χαλάρωση των εμπορικών εντάσεων, η ισχυρότερη ανάπτυξη στην Κίνα και η μείωση των γεωπολιτικών πιέσεων θα μπορούσαν να στηρίξουν την ανάπτυξη. Στη ζώνη του ευρώ, η ανάπτυξη θα μπορούσε να ενισχυθεί εάν τα κράτη μέλη με δημοσιονομικά περιθώρια επιλέξουν πιο επεκτατικό προσανατολισμό για τις δημοσιονομικές πολιτικές σε σχέση με τις προβλέψεις. Συνολικά, ωστόσο, το ισοζύγιο των κινδύνων παραμένει αναμφισβήτητα αρνητικό.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος αρμόδιος για το ευρώ και τον κοινωνικό διάλογο, καθώς και για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, δήλωσε σχετικά:
«Μέχρι σήμερα, η ευρωπαϊκή οικονομία έχει επιδείξει ανθεκτικότητα μέσα σε ένα λιγότερο υποστηρικτικό εξωτερικό περιβάλλον: η οικονομική ανάπτυξη συνεχίστηκε, η δημιουργία θέσεων εργασίας υπήρξε εύρωστη και η εγχώρια ζήτηση είναι ισχυρή. Ωστόσο, μπροστά μας διαφαίνεται μια πιο ταραγμένη περίοδος: μια περίοδος υψηλής αβεβαιότητας λόγω εμπορικών συγκρούσεων, αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, χρόνιων αδυναμιών στον τομέα της μεταποίησης, καθώς και λόγω του Brexit.
»Καλώ όλες τις χώρες της ΕΕ με υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους να ασκήσουν συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και να εξασφαλίσουν ότι τα επίπεδα του χρέους τους θα ακολουθούν πτωτική πορεία. Από την άλλη πλευρά, τα κράτη μέλη που έχουν δημοσιονομικά περιθώρια θα πρέπει να τα χρησιμοποιήσουν τώρα.»
Ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος οικονομικών και δημοσιονομικών υποθέσεων, φορολογίας και τελωνείων, δήλωσε σχετικά:
«Όλες οι οικονομίες της ΕΕ αναμένεται να συνεχίσουν να επεκτείνονται τα επόμενα δύο χρόνια, παρά τις όλο και πιο αντίξοες συνθήκες. Τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας της ΕΕ είναι εύρωστα: μετά από έξι χρόνια ανάπτυξης, η ανεργία στην ΕΕ βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδό της από τις αρχές του αιώνα και το συνολικό έλλειμμα είναι κάτω από το 1 % του ΑΕΠ. Ωστόσο, οι προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού. Θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα πολιτικής για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της Ευρώπης και τη στήριξη της ανάπτυξης.»