Σπάει όλα τα κοντέρ το 10ετές - «Βουτιά» κάτω από 3%
Κάτω από το 3% υποχωρεί η απόδοση του 10ετούς ομολόγου στις συναλλαγές της Παρασκευής, με τους επενδυτές να «βλέπουν» αυτοδυναμία της ΝΔ στις εθνικές κάλπες.
Ειδικότερα, το 10ετές σημειώνει πτώση κατά επτά μονάδες βάσης και διαμορφώνεται στο ιστορικό χαμηλό του 2,982%.
Με το προεκλογικό πανηγύρι που έχουν στήσει οι επενδυτές σε Λεωφόρο Αθηνών και αγορά ομολόγων, προβλέπουν όχι μόνο ισχυρή πλειοψηφία της ΝΔ την 7η Ιουλίου, αλλά και σημαντικές αλλαγές στην ελληνική οικονομία, οι οποίες θα μειώσουν το επενδυτικό ρίσκο για τη χώρα.
Η άνοδος της αγοράς από την περασμένη Δευτέρα κατά περίπου 12% και των κεφαλαιοποιήσεων των τραπεζών στα 9 δισ. ευρώ αποδίδεται σύμφωνα με ξένους αναλυτές, στην προσδοκία για μία γρήγορη αλλαγή στο προφίλ ρίσκου της χώρας μας με την ανάληψη της εξουσίας από τη Ν.Δ.
Στη Λεωφόρο Αθηνών ο ΓΔ «σκαρφάλωσε» χθες σε υψηλά 12μήνου, με τους αναλυτές να βλέπουν στην επόμενη φάση ανόδου τις 850-900 μονάδες.
Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν ότι ξένοι οίκοι αξιολόγησης ετοιμάζονται να αναβαθμίσουν την ελληνική οικονομία, μετά την επικράτηση της Ν.Δ και να φέρουν τη χώρα πιο γρήγορα σε «επενδυτική βαθμίδα» εντός του 2020.
Έως τώρα οι διαχειριστές των ξένων οίκων προέβλεπαν ότι, επειδή η Ελλάδα έχει αργό αναπτυξιακό βηματισμό, θα αργήσει τουλάχιστον άλλα δύο χρόνια να επανέλθει στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade) των οίκων αξιολόγησης, ώστε να επανέλθουν στα ελληνικά ομόλογα τα τεράστια επενδυτικά funds της παγκόσμιας αγοράς ομολόγων, που επενδύουν μόνο σε υψηλής ποιότητας χρεόγραφα.
Το νέο σενάριο που τιμολογείται ήδη από τους επενδυτές, προβλέπει ότι θα αλλάξει ακριβώς αυτή η πορεία προς την πλήρη επάνοδο στη διεθνή αγορά: μια νέα κυβέρνηση, που θα έχει την τόλμη να προχωρήσει σε όλα τα μέτρα που χρειάζονται για να τονωθεί η επιχειρηματικότητα και η επενδυτική δραστηριότητα, θα μπορέσει πολύ γρήγορα να απελευθερώσει το δυναμισμό της οικονομίας, ώστε ο ρυθμός ανάπτυξης να κινηθεί γρήγορα προς το 3% ή και στο 4% και ο μακροπρόθεσμος ρυθμός ανάπτυξης να φθάσει ή να ξεπεράσει το 2% και να φύγουν από το προσκήνιο οι τελευταίες αμφιβολίες για τη δυνατότητα της χώρας να αντέξει το υψηλό χρέος της μακροπρόθεσμα.